«Ο κανονισμός επέζησε...»: Ο κανονισμός REACH , που αρχικά σχεδιάστηκε για να αλλάξει τη σημερινή ανεπαρκέστατη και πολύπλοκη νομοθεσία που διέπει τα χημικά [1], φέρνει νέες διαδικασίες στη διαχείριση τους: oι χημικές βιομηχανίες πλέον θα πρέπει να δίvουν στοιχεία για την ασφάλεια των χημικών που παράγουν σε μεγάλες ποσότητες. Επιπλέον, δημιουργείται ένας μηχανισμός για την υποκατάσταση των χημικών που καλούνται «ανθεκτικά και βιωσυσσωρεύσιμα [2]», με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν ασφαλέστερα εναλλακτικά.
Επιτρέπει, ακόμα, στους πολίτες να ζητήσουν πληροφορίες για ένα περιορισμένο αριθμό χημικών, που μπορεί να βρίσκεται σε προϊόντα. Στο παρελθόν, οι χημικές βιομηχανίες μπορούσαν να πουλήσουν οτιδήποτε χημικό επιθυμούσαν, χωρίς να παρέχουν στοιχεία για τις επιπτώσεις του στην υγεία και το περιβάλλον, ενώ τα επικίνδυνα χημικά απαγορεύοναν μόνο εάν ξέσπαγε κάποιο σκάνδαλο.
«...αλλά οι πληγές του δεν θα κλείσουν»: Ο κανονισμός REACH στη μορφή που ψηφίστηκε σήμερα έχει δεχτεί σημαντικά πλήγματα. Έτσι, θα επιτρέψει τη χρήση -σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης- χημικών που προκαλούν σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως καρκίνο, γενετικές ανωμαλίες κι αναπαραγωγικές δυσλειτουργίες. Πολιτικοί συμβιβασμοί για λόγους άσχετους με την προστασία των πολιτών, είχαν ως αποτέλεσμα να εξαιρέσουν τις χημικές βιομηχανίες από την υποχρέωση να παρέχουν ουσιώδη στοιχεία για το 60% των χημικών που θα εξεταστούν από το REACH [3].
«Το REACH και ο νέος Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τα χημικά χρίζουν εντατικής θεραπείας τα επόμενα χρόνια, ώστε να μπορέσουν να προστατεύσουν αποτελεσματικά τους πολίτες και το περιβάλλον της Ευρώπης», σημειώνει ο Δημήτρης Καραβέλλας, διευθυντής του WWF Ελλάς.
Σύμφωνα με την τελική πρόταση για το REACH πολλά χημικά «υψηλής ανησυχίας» θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά, αν η χημική βιομηχανία ισχυριστεί ότι τα «ελέγχει επαρκώς». Αυτή η προσέγγιση ταιριάζει περισσότερο σε τυχερά παιχνίδια, κι όχι στην νομοθετική προστασία των Ευρωπαίων πολιτών, καθώς το ρίσκο παραμένει ιδιαίτερα υψηλό.
Η άποψή μας ενισχύεται από το γεγονός ότι δεν ξέρουμε ακόμη τις επιπτώσεις του κοκτέιλ χημικών, στο οποίο είμαστε όλοι εκετεθειμένοι, είτε μιλάμε για ευαίσθητες ορμονικές λειτουργίες, είτε αναφερόμαστε στην ανάπτυξη των εμβρύων. Ιατρικοί σύλλογοι, πληθώρα επιστημόνων, καταναλωτικές οργανώσεις και καινοτόμες επιχειρήσεις είχαν ταχθεί υπέρ της υποχρεωτικής υποκατάστασης όλων των αποδεδειγμένα τοξικών χημικών, αλλά κάτι τέτοιο απλά δε συνέβη.
Τα κενά στο κείμενο του κανονισμού και οι σημερινές κακές πρακτικές πολλών χημικών βιομηχανιών, αφήνουν εκτεθειμένο το REACH σε περαιτέρω χειραγώγηση εκ μέρους της χημικής βιομηχανίας. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, καμιά εγγύηση ότι θα ληφθούν υπόψη -κατά την αξιολόγηση των χημικών- επιστημονικές μελέτες από τρίτα μέλη που θα υποδεικνύουν ασφαλέστερα εναλλακτικά.
Για όλα αυτά, η προσεκτική εφαρμογή του κανονισμού κρίνεται ζωτικής σημασίας. «Χωρίς επαρκή παρακολούθηση, τα επικίνδυνα χημικά θα συνεχίσουν να μολύνουν το περιβάλλον, τα σπίτια και το σώμα μας, η χημική βιομηχανία θα συνεχίσει το παιχνίδι εις βάρος της δημόσιας υγείας, και το REACH θα αποδειχθεί μια ακόμη αποτυχία», καταλήγει ο Αχιλλέας Πληθάρας, υπεύθυνος εκστρατειών του WWF Ελλάς.
< Προηγούμενο | Επόμενο > |
---|