Οικολογική Επιθεώρηση

  • Μεγαλύτερο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Προκαθορισμένο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Μικρότερο μέγεθος γραμματοσειράς

24 χρόνια μετά το Τσερνομπίλ

E-mail Εκτύπωση
Τη Δευτέρα 26 Απριλίου συμπληρώνονται 24 χρόνια από το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνομπίλ και η τραγική αυτή επέτειος αποτελεί αφορμή για τους Οικολόγους Πράσινους να δηλώσουν για μια ακόμη φορά την πλήρη αντίθεσή τους στην Πυρηνική Ενέργεια. Στις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν το καταστροφικό ατύχημα ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει σε επίπεδο τεχνολογίας και οργάνωσης της κοινωνίας που να δικαιολογούν μια αλλαγή της στάσης μας στο θέμα αυτό. 

Σήμερα, με το ενεργειακό ζήτημα να κατακτά το επίκεντρο των συζητήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, χρειάζεται δυστυχώς και πάλι να τονιστεί ότι λύση στο ενεργειακό πρόβλημα δεν μπορεί να δώσει η Πυρηνική Ενέργεια αλλά οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας με παράλληλη λήψη μέτρων αλλαγής του καταναλωτικού και αναπτυξιακού μοντέλου προς μια οργάνωση της κοινωνίας με μικρότερες ανάγκες σε κατανάλωση ενέργειας και φυσικών πόρων.

Η πυρηνική ενέργεια δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση «πράσινη ενέργεια», όπως έχει πρόσφατα παρουσιαστεί από πολλές κυβερνήσεις με στόχο την επαναπροώθησή της, αφού παρουσιάζει πολλά και σημαντικά εγγενή αρνητικά χαρακτηριστικά :

Παραμένει χωρίς λύση το πρόβλημα απόθεσης των ραδιενεργών αποβλήτων.

Παραμένει καθόλου αμελητέα η περίπτωση ατυχήματος κατά τη λειτουργία των σταθμών ή ακόμα κατά τον εμπλουτισμό, την επεξεργασία, τη μεταφορά και αποθήκευση των πυρηνικών καυσίμων και την διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων, με ανυπολόγιστες επιπτώσεις σε ανθρώπινες ζωές και στο περιβάλλον

Ο διαχωρισμός  μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής χρήσης της πυρηνικής ενέργειας  παραμένει μύθος, ακόμα και μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου.

Σε μια  εποχή όπου δικαιώματα και ελευθερίες περιορίζονται στο όνομα της ασφάλειας, είναι παράλογο να δημιουργούμε νέους στόχους πρώτης προτεραιότητας όπως πυρηνικοί σταθμοί, χώροι αποθήκευσης αποβλήτων, μέσα μεταφοράς εμπλουτισμένου ουρανίου κλπ.

Τα κόστη ασφάλειας, διαχείρισης αποβλήτων και αποξήλωσης σταθμών αυξάνονται συνεχώς και επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο μέσω των κρατικών προϋπολογισμών. Επίσης, το ρίσκο ενός ατυχήματος και τα αντίστοιχα κόστη ασφάλισης πάλι τα αναλαμβάνει η κοινωνία. Το συνολικό κόστος της πυρηνικής ενέργειας επομένως είναι σαφώς μεγαλύτερο εκείνου των ΑΠΕ.

Κάθε ευρώ που επενδύεται στην πυρηνική ενέργεια ή την επιδοτεί υπονομεύει τις πολιτικές για την προστασία του κλίματος καθώς θα μπορούσε να έχει πολύ μεγαλύτερο αποτέλεσμα μείωσης εκπομπών αν πήγαινε προς επενδύσεις και επιδοτήσεις για εξοικονόμηση ενέργειας και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η κατασκευή ενός πυρηνικού σταθμού απαιτεί τουλάχιστον 12 χρόνια ενώ η τεχνολογία νέας γενιάς (που μας υπόσχονται θα είναι πιο ασφαλής) δεν θα είναι διαθέσιμη πριν το 2040. Όμως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτεί λύσεις τώρα.

Στον κύκλο ζωής των πυρηνικών σταθμών η κατανάλωση ενέργειας και επομένως η συνεισφορά στην αλλαγή του κλίματος είναι σαφώς μεγαλύτερη από όσο θέλουν να παρουσιάζουν όσοι τους υποστηρίζουν για λόγους προστασίας του κλίματος.

Η λογική του συγκεντρωτικού συστήματος ηλεκτρισμού με τεράστιες μονάδες μακριά από τα κέντρα κατανάλωσης είναι μια αποτυχημένη λογική του παρελθόντος. Σήμερα χρειαζόμαστε αποκεντρωμένες μονάδες ΑΠΕ με συμμετοχή των πολιτών και έξυπνα δίκτυα που δεν ταιριάζουν με τους καθόλου ευέλικτους πυρηνικούς σταθμούς

Για το ίδιο ποσό επένδυσης, η ανάπτυξη αιολικής ενέργειας δημιουργεί μέχρι και 5 φορές περισσότερες εγχώριες θέσεις εργασίας σε σχέση με την πυρηνική.

Ακόμα κι αν κατασκευάζονταν 1000 νέοι πυρηνικοί σταθμοί, η παραγωγή τους θα κάλυπτε μόλις το 4% της παγκόσμιας συνολικής κατανάλωσης ενέργειας ενώ δεν είναι καθόλου σίγουρο πως υπάρχουν επαρκή αποθέματα ουρανίου

Ειδικά για την Ελλάδα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ατυχήματος λόγω της σεισμικότητας των περισσότερων περιοχών της

Η Εκτελεστική Γραμματεία των Οικολόγων Πράσινων

Αναλυτικότερα

Η διαχείριση των αποβλήτων είναι το μεγαλύτερο και έως τώρα άλυτο πρόβλημα της πυρηνικής ενέργειας. Τα πυρηνικά απόβλητα, χαμηλής, μεσαίας ή υψηλής ραδιενέργειας ανάλογα με την κατηγορία τους πρέπει να φυλάσσονται για μερικές δεκάδες έως μερικές χιλιάδες χρόνια υπό ελεγχόμενες συνθήκες. Ποιο σύστημα είναι ικανό να εγγυηθεί μια τέτοια λειτουργία για τα επόμενα 20.000 χρόνια;

Ένα σύνηθες πυρηνικό εργοστάσιο ισχύος 1.000 MW παράγει ετησίως  30 τόνους απόβλητα υψηλής ραδιενέργειας, 300 τόνους μέσης και 450 τόνους χαμηλής ραδιενέργειας.  Σε κάθε τόνο πυρηνικού απόβλητου περιέχονται 10 κιλά πλουτωνίου, ποσότητα αρκετή για την κατασκευή μίας πυρηνικής βόμβας. Το απεμπλουτισμένο ουράνιο που περιέχεται στα απόβλητα χρησιμοποιείται για την κατασκευή συμβατικών και ραδιενεργών όπλων. Επίσης, πολύ σημαντικός όγκος πυρηνικών αποβλήτων είναι τα ίδια τα πυρηνικά εργοστάσια, των οποίων η μέση διάρκεια ζωής είναι 30-35 έτη. Μετά πρέπει να αποσυναρμολογηθούν και να αντιμετωπισθούν ως πυρηνικό απόβλητο!  Για το θέμα αυτό δεν υπάρχει τεκμηριωμένη επιστημονική μελέτη ούτε εφαρμοσμένη μέχρι τώρα πρακτική.

Από την έως τώρα λειτουργία των πυρηνικών εργοστασίων έχουν συσσωρευτεί ανά τον κόσμο περίπου 150.000 τόνοι αποβλήτων, εκ των οποίων μόλις το 1/3 έχει υποβληθεί σε επεξεργασία και ειδικούς όρους φύλαξης. 

Η πυρηνική ενέργεια -παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας- συνεχίζει να αποτελεί μια επικίνδυνη και ασύμφορη επιλογή στην πορεία για την επίλυση του ενεργειακού προβλήματος της ανθρωπότητας.  Εκτός των κινδύνων που εγκυμονεί σε όλες τις παραγωγικές φάσεις, το πρόβλημα της οριστικής διάθεσης των αποβλήτων και η απεγκατάσταση των γηρασμένων πυρηνικών εγκαταστάσεων συνεχίζει να είναι πρακτικά άλυτο και να δημιουργεί μία δυσβάσταχτη κληρονομιά στις επόμενες γενιές και σε βάθος εκατοντάδων ή χιλιάδων ετών.

Επιπλέον το κόστος κατασκευής και ασφαλούς λειτουργίας είναι τεράστιο και απρόβλεπτο κατά την διαδικασία σχεδιασμού. Είναι βέβαιο ότι εάν τα αντίστοιχα κονδύλια είχαν διατεθεί σε έρευνα και πιλοτικές εφαρμογές στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας, στην αποδοτικότερη χρήση και στην αναδιάρθρωση των αναγκών μας, το ενεργειακό πρόβλημα του πλανήτη θα ήταν αυτή τη στιγμή πιο κοντά στην λύση του.

Ακόμη, η υιοθέτηση της πυρηνικής σχάσης για παραγωγή ρεύματος, δεν είναι απλά μια τεχνολογική επιλογή αλλά μία έντονα κοινωνική απόφαση, γιατί αφενός οι κίνδυνοι από την τεχνολογία αυτή αφορούν πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας ακόμη και έξω από τα εθνικά σύνορα και αφετέρου οι απαιτούμενες διαδικασίες και πρακτικές ασφάλειας των εγκαταστάσεων οδηγεί σε μία στρατιωτικού τύπου δομή της δημόσιας διοίκησης και της κοινωνίας.

Για να οδηγηθούμε στην ενεργειακή επανάσταση πρέπει παράλληλα με την εισαγωγή αειφόρων μορφών παραγωγής ενέργειας να αλλάξουμε και το καταναλωτικό μοντέλο των ανεπτυγμένων κοινωνιών. Αυτό προϋποθέτει συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις και στην παραγωγή ενέργειας καθώς και  κατανόηση του τεχνητού διλήμματος μεταξύ της καταστροφής του κλίματος από το φαινόμενο θερμοκηπίου ή την καταστροφή του περιβάλλοντος από τα ραδιενεργά απόβλητα. 

Η καλύτερη λύση στο ενεργειακό πρόβλημα είναι η μείωση των ενεργειακών αναγκών, η βελτίωση του βαθμού απόδοσης των διεργασιών και η ευρεία επέκταση της χρήσης ήπιων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Η Αιολική Ενέργεια, τα Παθητικά και Ενεργητικά Ηλιακά Συστήματα, τα Φωτοβολταϊκά, η Βιομάζα, το Βιοαέριο, η Γεωθερμία, τα μικρά Υδροηλεκτρικά έργα μπορούν ακόμη και με τον σημερινό βαθμό τεχνολογικής ωριμότητας να καλύψουν ένα πολύ μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών. Όμως αυτή η κατεύθυνση πρέπει να προκύψει “από κάτω”, από ένα ευρύ περιβαλλοντικό κίνημα, από ένα  κίνημα ενεργών πολιτών, αφού είναι προφανές ότι οι κυβερνήσεις επηρεάζονται από άλλα κέντρα πίεσης και ένα πλέγμα συμφερόντων που εμποδίζουν την αλλαγή κατεύθυνσης της καταναλωτικής πορείας της κοινωνίας. Εάν αυτό δεν γίνει έγκαιρα και με την απαραίτητη ενίσχυση στην εναλλακτική έρευνα και την διάδοση των εφαρμογών της, τότε σε μερικά χρόνια ίσως είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχθούμε τον εκβιασμό της πυρηνικής ενέργειας ως μόνης λύσης.

Με την ευκαιρία της επετείου του τραγικού ατυχήματος του Τσερνομπίλ και των συνεπειών του, καλούμε την ελληνική κοινωνία σε εγρήγορση για την αποτροπή κάθε σχεδίου εισαγωγής της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα και ταυτόχρονα στην υποστήριξη κάθε προσπάθειας για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και εφαρμογής ανανεώσιμων μορφών παραγωγής ενέργειας στην χώρα, της οποίας το απόλυτο πλεονέκτημα είναι ο ήλιος, ο άνεμος, τα νερά και το φυσικό της περιβάλλον.